Κάθισμα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κάθισμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сиренце, седалка, седалище, седалката, място, мястото
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κάθισμα
κάθισμα αυτοκινήτου maxi cosi, κάθισμα αυτοκινήτου, κάθισμα τουαλέτας, κάθισμα φαγητού chicco, κάθισμα ποδηλάτου παιδικό, κάθισμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κάθισμα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κάθε στα βουλγαρικά - съгласно, всеки, всяка, всяко, един, на всеки
- κάθετος στα βουλγαρικά - вертикален, вертикална, вертикално, вертикалната, вертикалното
- κάθομαι στα βουλγαρικά - фидета, седя, седне, седнете, седят, седнат
- κάκτος στα βουλγαρικά - кактус, кактуси, кактусова, кактуса
Τυχαίες λέξεις
Κάθισμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: сиренце, седалка, седалище, седалката, място, мястото
Μεταφράσεις: сиренце, седалка, седалище, седалката, място, мястото