Κάθισμα στα ιταλικά

Μετάφραση: κάθισμα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
poltrona, sedere, posto, seggio, sedile, sede, seggiolino, sedia
Κάθισμα στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κάθισμα

κάθισμα αυτοκινήτου maxi cosi, κάθισμα αυτοκινήτου, κάθισμα τουαλέτας, κάθισμα φαγητού chicco, κάθισμα ποδηλάτου παιδικό, κάθισμα λεξικό γλώσσας ιταλικά, κάθισμα στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • κάθε στα ιταλικά - cadauno, per, ogni, l'uno, qualunque, ciascuno, ciascun, ...
  • κάθετος στα ιταλικά - verticale, verticali, in verticale
  • κάθομαι στα ιταλικά - sedere, posare, sedersi, seduti, stare, seduto
  • κάκτος στα ιταλικά - cactus, di cactus, del cactus, cactus di
Τυχαίες λέξεις
Κάθισμα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: poltrona, sedere, posto, seggio, sedile, sede, seggiolino, sedia