Καθαριστής στα βουλγαρικά

Μετάφραση: καθαριστής, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пречиствател, пречистване на, за пречистване, за пречистване на, пречиствател на
Καθαριστής στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθαριστής

καθαριστής πατάτας, καθαριστής χαλιών, καθαριστής σπόρων, καθαριστής υπερήχων, καθαριστής αέρα, καθαριστής λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, καθαριστής στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • καθαρισμός στα βουλγαρικά - почистване, чистка, изчистване, пречистване, пречистване на, за пречистване
  • καθαριστήριο στα βουλγαρικά - пране, пералня, перално, мокро, часово
  • καθαρός στα βουλγαρικά - говоря, ясно, ясен, ясна, ясни
  • καθελκύω στα βουλγαρικά - стартира, е пуснат, стартирането
Τυχαίες λέξεις
Καθαριστής στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пречиствател, пречистване на, за пречистване, за пречистване на, пречиствател на