Καθαριστής στα γερμανικά

Μετάφραση: καθαριστής, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sauberer, filter, reinigungsmittel, Luftreiniger, Reiniger, Reinigungsapparat
Καθαριστής στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθαριστής

καθαριστής πατάτας, καθαριστής χαλιών, καθαριστής σπόρων, καθαριστής υπερήχων, καθαριστής αέρα, καθαριστής λεξικό γλώσσας γερμανικά, καθαριστής στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • καθαρισμός στα γερμανικά - reinigen, reinigend, räumung, reinigung, Reinigung, Reinigungs, reinig, ...
  • καθαριστήριο στα γερμανικά - Wäscherei, Wäsche, Waschküche, Wäscheservice
  • καθαρός στα γερμανικά - unvermischt, blank, lauter, sauber, pur, rein, leer, ...
  • καθελκύω στα γερμανικά - einführung, lancierung, eröffnung, gründen, emission, markteinführung, gründung, ...
Τυχαίες λέξεις
Καθαριστής στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: sauberer, filter, reinigungsmittel, Luftreiniger, Reiniger, Reinigungsapparat