Καθαριστής στα λευκορωσικά
Μετάφραση: καθαριστής, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ачышчальнік, ачышчальнікі
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθαριστής
καθαριστής πατάτας, καθαριστής χαλιών, καθαριστής σπόρων, καθαριστής υπερήχων, καθαριστής αέρα, καθαριστής λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, καθαριστής στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- καθαρισμός στα λευκορωσικά - ачышчальны, ачышчае, ачышчальнымі, ачышчальнік, што ачышчае
- καθαριστήριο στα λευκορωσικά - пральня
- καθαρός στα λευκορωσικά - гаварыць, пусты, казаць, чисты, ясна, зразумела, пагодна, ...
- καθελκύω στα λευκορωσικά - будаваць, запускаецца
Τυχαίες λέξεις
Καθαριστής στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ачышчальнік, ачышчальнікі
Μεταφράσεις: ачышчальнік, ачышчальнікі