Κληροδοτώ στα βουλγαρικά

Μετάφραση: κληροδοτώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
завещавам, завещае, завещава имущество, завещаем, да завещава имущество
Κληροδοτώ στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κληροδοτώ

κληροδοτώ το τίποτα σε κανέναν '', κληροδοτώ english, κληροδοτώ συνώνυμα, κληροδοτώ βικιλεξικό, κληροδοτώ translate, κληροδοτώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κληροδοτώ στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • κλειτορίδα στα βουλγαρικά - клитор, клитора, клиторът, на клитора
  • κλεφτός στα βουλγαρικά - Крадци, крадците, Thieves, разбойниците
  • κληρονομιά στα βουλγαρικά - наследство, наследството, наследство на, културно наследство
  • κληρονομικός στα βουλγαρικά - наследствен, наследствена, наследствено, наследствени, наследствения
Τυχαίες λέξεις
Κληροδοτώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: завещавам, завещае, завещава имущество, завещаем, да завещава имущество