Κληροδοτώ στα γερμανικά

Μετάφραση: κληροδοτώ, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
vermachen, vererben, hinterlassen, zu vererben, vermache
Κληροδοτώ στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κληροδοτώ

κληροδοτώ το τίποτα σε κανέναν '', κληροδοτώ english, κληροδοτώ συνώνυμα, κληροδοτώ βικιλεξικό, κληροδοτώ translate, κληροδοτώ λεξικό γλώσσας γερμανικά, κληροδοτώ στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • κλειτορίδα στα γερμανικά - kitzler, klitoris, Klitoris, Kitzler, clit, Klit, Klitoris zu
  • κλεφτός στα γερμανικά - Diebe, Thieves, Dieben, Diebes
  • κληρονομιά στα γερμανικά - erbe, erbschaft, erbteil, Erbe, Erbes, Kulturerbe
  • κληρονομικός στα γερμανικά - erblich, hereditäre, erbliche, erblichen, hereditären
Τυχαίες λέξεις
Κληροδοτώ στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: vermachen, vererben, hinterlassen, zu vererben, vermache