Κληροδοτώ στα ιταλικά
Μετάφραση: κληροδοτώ, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lasciare in eredità, eredità, tramandare, in eredità, eredi di
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κληροδοτώ
κληροδοτώ το τίποτα σε κανέναν '', κληροδοτώ english, κληροδοτώ συνώνυμα, κληροδοτώ βικιλεξικό, κληροδοτώ translate, κληροδοτώ λεξικό γλώσσας ιταλικά, κληροδοτώ στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- κλειτορίδα στα ιταλικά - clit, clitoride, il clitoride, del clit
- κλεφτός στα ιταλικά - ladri, Thieves, I ladri, ladri di, dei ladri
- κληρονομιά στα ιταλικά - eredità, retaggio, patrimonio, del patrimonio, beni, il patrimonio
- κληρονομικός στα ιταλικά - ereditario, ereditaria, ereditarie, ereditari
Τυχαίες λέξεις
Κληροδοτώ στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: lasciare in eredità, eredità, tramandare, in eredità, eredi di
Μεταφράσεις: lasciare in eredità, eredità, tramandare, in eredità, eredi di