Κυρτός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: κυρτός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изпъкнал, изпъкнала, изпъкнали, изпъкналата, изпъкнало
Κυρτός στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυρτός

κυρτός συνδυασμός, κυρτός φακός, κυρτός γραμμικός συνδυασμός, κυρτός καθρέφτης, κυρτός κοίλος, κυρτός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κυρτός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • κυριολεκτικός στα βουλγαρικά - буквален, буквалното, буквалния, литерал, буквална
  • κυριότερος στα βουλγαρικά - основен, главен, основната, основна, главницата
  • κυρτώνω στα βουλγαρικά - изпъкналост, кривина, камери са ориентирани, страничен наклон на предните, наклон на предните
  • κυρώνω στα βουλγαρικά - ратифицира, ратифи- цира
Τυχαίες λέξεις
Κυρτός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: изпъкнал, изпъкнала, изпъкнали, изпъкналата, изпъкнало