Μανίκι στα βουλγαρικά

Μετάφραση: μανίκι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
втулка, ръкав, ръкава, втулката, муфа
Μανίκι στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μανίκι

μανίκι tattoo, μανίκι ρεγκλάν, μανίκι τατουάζ, μανίκι στομάχου, μανίκι συμπίεσης, μανίκι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μανίκι στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • μαμούδι στα βουλγαρικά - mamoudi
  • μανία στα βουλγαρικά - еринии, мания, Mania, манията
  • μανδύας στα βουλγαρικά - плащ, мантия, кожух, на мантията, наметало, мантелноклетъчен
  • μανεκέν στα βουλγαρικά - манекен, манекена, на манекен, манекени
Τυχαίες λέξεις
Μανίκι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: втулка, ръкав, ръкава, втулката, муфа