Μανίκι στα σουηδικά
Μετάφραση: μανίκι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ärm, hylsa, hylsan
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μανίκι
μανίκι tattoo, μανίκι ρεγκλάν, μανίκι τατουάζ, μανίκι στομάχου, μανίκι συμπίεσης, μανίκι λεξικό γλώσσας σουηδικά, μανίκι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- μαμούδι στα σουηδικά - fel, mamoudi
- μανία στα σουηδικά - raseri, ilska, mani, Mania
- μανδύας στα σουηδικά - mantel, kappa, manteln
- μανεκέν στα σουηδικά - modell, mannekäng, föredöme, utforma, mönster, skyltdocka, dockan, ...
Τυχαίες λέξεις
Μανίκι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ärm, hylsa, hylsan
Μεταφράσεις: ärm, hylsa, hylsan