Μανίκι στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: μανίκι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ракав, ракавот, ракави, ракавите, цевка
Μανίκι στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μανίκι

μανίκι tattoo, μανίκι ρεγκλάν, μανίκι τατουάζ, μανίκι στομάχου, μανίκι συμπίεσης, μανίκι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, μανίκι στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • μαμούδι στα σλαβομακεδονικά - mamoudi
  • μανία στα σλαβομακεδονικά - манија, манијата, Mania, манијата на, презанесен
  • μανδύας στα σλαβομακεδονικά - мантија, мантијата, наметка, обвивката, наметката
  • μανεκέν στα σλαβομακεδονικά - Манекен, кукла
Τυχαίες λέξεις
Μανίκι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: ракав, ракавот, ракави, ракавите, цевка