Μανίκι στα ολλανδικά

Μετάφραση: μανίκι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
mouw, huls, mof, mouwen, koker
Μανίκι στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μανίκι

μανίκι tattoo, μανίκι ρεγκλάν, μανίκι τατουάζ, μανίκι στομάχου, μανίκι συμπίεσης, μανίκι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μανίκι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • μαμούδι στα ολλανδικά - kiem, zaad, zaadkiem, fout, ziektekiem, microbe, boeg, ...
  • μανία στα ολλανδικά - heftigheid, razen, razernij, woede, manie, Mania, manie van, ...
  • μανδύας στα ολλανδικά - jas, voorhangsel, voorhang, overgordijn, gordijn, scherm, mantel, ...
  • μανεκέν στα ολλανδικά - boetseren, voorbeeld, mannequin, maquette, model, mal, modelleren, ...
Τυχαίες λέξεις
Μανίκι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: mouw, huls, mof, mouwen, koker