Μορφή στα βουλγαρικά

Μετάφραση: μορφή, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
форма, формуляр, формуляр за, формата, вид
Μορφή στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μορφή

μορφή ποιήματος, μορφή apa, μορφή επιστολής, μορφή συνώνυμο, μορφή ερωτηματολογίου, μορφή λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μορφή στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • μονότονος στα βουλγαρικά - монотонен, монотонна, монотонно, монотонната, монотонното
  • μορφάζω στα βουλγαρικά - гримаса, намръщи, гримасата, се намръщи
  • μορφώνω στα βουλγαρικά - фигура, образовам, образоват, образова, се образоват, обучава
  • μοσχάρι στα βουλγαρικά - теле, телешки, телешка, прасеца, от телешки
Τυχαίες λέξεις
Μορφή στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: форма, формуляр, формуляр за, формата, вид