Μορφή στα ουγγρικά
Μετάφραση: μορφή, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
forma, osztály, nyomtatvány, űrlap, formájában, formában
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μορφή
μορφή ποιήματος, μορφή apa, μορφή επιστολής, μορφή συνώνυμο, μορφή ερωτηματολογίου, μορφή λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μορφή στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- μονότονος στα ουγγρικά - prózaias, monoton, egyhangú, a monoton, monotonná
- μορφάζω στα ουγγρικά - fintor, grimasz, fintorogva, grimaszt, grimaszol
- μορφώνω στα ουγγρικά - szelvényvas, alakvas, sablon, jelenés, idomok, oktat, nevelés, ...
- μοσχάρι στα ουγγρικά - borjú, vádli, lábikra, boci, borjút, borjúnak
Τυχαίες λέξεις
Μορφή στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: forma, osztály, nyomtatvány, űrlap, formájában, formában
Μεταφράσεις: forma, osztály, nyomtatvány, űrlap, formájában, formában