Μπέικον στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μπέικον, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бекон, сланина, бекона, Бейкън
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπέικον
μπέικον με δαμάσκηνα, μπέικον ιδιότητες, μπέικον wiki, μπέικον συνταγές, μπέικον γαλοπούλασ, μπέικον λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μπέικον στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μπάνιο στα βουλγαρικά - манна, плуване, плувен, басейн, плувния
- μπάρα στα βουλγαρικά - препятствие, бар, бара, лента, конферентна
- μπέρδεμα στα βουλγαρικά - объркване, обърканост, объркването, до объркване
- μπέρτα στα βουλγαρικά - плащ, голяма женска кръгла яка, Берта, Bertha, на Берта, Каюта
Τυχαίες λέξεις
Μπέικον στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: бекон, сланина, бекона, Бейкън
Μεταφράσεις: бекон, сланина, бекона, Бейкън