Μπέικον στα δανικά

Μετάφραση: μπέικον, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bacon, flæsk
Μπέικον στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπέικον

μπέικον με δαμάσκηνα, μπέικον ιδιότητες, μπέικον wiki, μπέικον συνταγές, μπέικον γαλοπούλασ, μπέικον λεξικό γλώσσας δανικά, μπέικον στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μπάνιο στα δανικά - badekar, svømning, Swimmingpool, swimming, svømme, badning
  • μπάρα στα δανικά - afspærring, bar, baren, overliggeren, Barer, linjen
  • μπέρδεμα στα δανικά - forvirring, forveksling, sammenblanding, forvirringen
  • μπέρτα στα δανικά - Bertha, Berthas, Berte
Τυχαίες λέξεις
Μπέικον στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bacon, flæsk