Νοσοκόμα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: νοσοκόμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
медицинска сестра, сестра, медицинската сестра
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νοσοκόμα
νοσοκόμα φάρσα, νοσοκόμα της κέιτ, νοσοκόμα αγγλία, νοσοκόμα θεσσαλονίκη, νοσοκόμα ονειροκρίτης, νοσοκόμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, νοσοκόμα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- νοσοκομείο στα βουλγαρικά - болница, болничен, болницата, болнична, болнични
- νοσοκομειακό στα βουλγαρικά - болница, болничен, болницата, болнична, болнични
- νοσταλγία στα βουλγαρικά - носталгия, носталгията, носталгия по
- νοσταλγικός στα βουλγαρικά - носталгичен, носталгия, носталгично, носталгична, носталгични
Τυχαίες λέξεις
Νοσοκόμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: медицинска сестра, сестра, медицинската сестра
Μεταφράσεις: медицинска сестра, сестра, медицинската сестра