Νοσοκόμα στα σουηδικά
Μετάφραση: νοσοκόμα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sköta, amma, sjuksköterska, sjuksköterskan, sköterska, sköterskan
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νοσοκόμα
νοσοκόμα φάρσα, νοσοκόμα της κέιτ, νοσοκόμα αγγλία, νοσοκόμα θεσσαλονίκη, νοσοκόμα ονειροκρίτης, νοσοκόμα λεξικό γλώσσας σουηδικά, νοσοκόμα στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- νοσοκομείο στα σουηδικά - sjukhus, sjukhuset, landskap, sjukhusvård
- νοσοκομειακό στα σουηδικά - ambulans, sjukhus, sjukhuset, landskap, sjukhusvård
- νοσταλγία στα σουηδικά - nostalgi, nostalgin, nostalgia
- νοσταλγικός στα σουηδικά - nostalgisk, nostalgiska, nostalgiker, nostalgiskt, den nostalgiska
Τυχαίες λέξεις
Νοσοκόμα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: sköta, amma, sjuksköterska, sjuksköterskan, sköterska, sköterskan
Μεταφράσεις: sköta, amma, sjuksköterska, sjuksköterskan, sköterska, sköterskan