Νοσοκόμα στα ουκρανικά

Μετάφραση: νοσοκόμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
доглядальниця, годувальниця, таїти, медсестра
Νοσοκόμα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νοσοκόμα

νοσοκόμα φάρσα, νοσοκόμα της κέιτ, νοσοκόμα αγγλία, νοσοκόμα θεσσαλονίκη, νοσοκόμα ονειροκρίτης, νοσοκόμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, νοσοκόμα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • νοσοκομείο στα ουκρανικά - клініка, лікарня, шпиталь, санітарний, лікарняний
  • νοσοκομειακό στα ουκρανικά - лікарня
  • νοσταλγία στα ουκρανικά - ностальгія, Ностальгия
  • νοσταλγικός στα ουκρανικά - ностальгічний, ностальгійний, ностальгічне
Τυχαίες λέξεις
Νοσοκόμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: доглядальниця, годувальниця, таїти, медсестра