Νοσοκόμα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: νοσοκόμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
numerar, enfermeira, número, enfermeiro, da enfermeira, enfermagem, enfermeira de
Νοσοκόμα στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νοσοκόμα

νοσοκόμα φάρσα, νοσοκόμα της κέιτ, νοσοκόμα αγγλία, νοσοκόμα θεσσαλονίκη, νοσοκόμα ονειροκρίτης, νοσοκόμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, νοσοκόμα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • νοσοκομείο στα πορτογαλικά - hospitais, hospital, ferradura, hospitalar, do hospital, hospitalares, hospital de
  • νοσοκομειακό στα πορτογαλικά - ambulância, hospital, hospitalar, do hospital, hospitalares, hospital de
  • νοσταλγία στα πορτογαλικά - nariz, nostalgia, saudade, a nostalgia, nostálgico, saudades
  • νοσταλγικός στα πορτογαλικά - nostálgico, nostálgica, nostalgia, nostálgicos
Τυχαίες λέξεις
Νοσοκόμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: numerar, enfermeira, número, enfermeiro, da enfermeira, enfermagem, enfermeira de