Ξιφασκία στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ξιφασκία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
фехтовка, огради, ограда, заграждения, ограждане
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξιφασκία
ξιφασκία θεσσαλονίκη, ξιφασκία αεκ, ξιφασκία κύπρος, ξιφασκία πάτρα, ξιφασκία αθήνα, ξιφασκία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ξιφασκία στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ξινός στα βουλγαρικά - киселинност, кисел, Sour, Заквасена, кисело, вишни
- ξιπασμένος στα βουλγαρικά - претенциозен, претенциозно, претенциозния, претенциозни, претенциозна
- ξιφολόγχη στα βουλγαρικά - щик, байонет, байонетно, байонетен, байонетна
- ξοδεύω στα βουλγαρικά - прекарвам, харча, прекарват, прекарат, прекарате
Τυχαίες λέξεις
Ξιφασκία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: фехтовка, огради, ограда, заграждения, ограждане
Μεταφράσεις: фехтовка, огради, ограда, заграждения, ограждане