Ξιφασκία στα ουκρανικά
Μετάφραση: ξιφασκία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
забір, паркан, обгородження, огородження, огорожу, огорожа, обгороджування, ограждение
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξιφασκία
ξιφασκία θεσσαλονίκη, ξιφασκία αεκ, ξιφασκία κύπρος, ξιφασκία πάτρα, ξιφασκία αθήνα, ξιφασκία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ξιφασκία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ξινός στα ουκρανικά - кислий
- ξιπασμένος στα ουκρανικά - помпезність, претензії, вибагливий, вибагливі, найвибагливіші
- ξιφολόγχη στα ουκρανικά - багнет, штик
- ξοδεύω στα ουκρανικά - витратити, провадити, провести, виснажувати, витрачати, витрачатиму
Τυχαίες λέξεις
Ξιφασκία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: забір, паркан, обгородження, огородження, огорожу, огорожа, обгороджування, ограждение
Μεταφράσεις: забір, паркан, обгородження, огородження, огорожу, огорожа, обгороджування, ограждение