Ξιφασκία στα σουηδικά

Μετάφραση: ξιφασκία, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fäktning, stängsel, staket, stängselnät
Ξιφασκία στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξιφασκία

ξιφασκία θεσσαλονίκη, ξιφασκία αεκ, ξιφασκία κύπρος, ξιφασκία πάτρα, ξιφασκία αθήνα, ξιφασκία λεξικό γλώσσας σουηδικά, ξιφασκία στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ξινός στα σουηδικά - sur, syra, syrlig, Sour, sura, surt
  • ξιπασμένος στα σουηδικά - anspråksfull, fruktlös, pretentiös, pretentiösa, pretentiöst, pretentious, anspråks
  • ξιφολόγχη στα σουηδικά - bajonett, bajonetten, bajonettfattning, bajonettyp
  • ξοδεύω στα σουηδικά - tillbringa, spendera, bringa, bringar, tillbringar
Τυχαίες λέξεις
Ξιφασκία στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: fäktning, stängsel, staket, stängselnät