Ξιφασκία στα ισλανδικά
Μετάφραση: ξιφασκία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skylmingar, girðingar, girðingaefni, girðinga, Fencing
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξιφασκία
ξιφασκία θεσσαλονίκη, ξιφασκία αεκ, ξιφασκία κύπρος, ξιφασκία πάτρα, ξιφασκία αθήνα, ξιφασκία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ξιφασκία στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ξινός στα ισλανδικά - Sour, súr, sýrðum, sýrður, sýrða
- ξιπασμένος στα ισλανδικά - pretentious
- ξιφολόγχη στα ισλανδικά - byssustingur, Bayonet
- ξοδεύω στα ισλανδικά - eyða, að eyða, eyðir, verja, eytt
Τυχαίες λέξεις
Ξιφασκία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: skylmingar, girðingar, girðingaefni, girðinga, Fencing
Μεταφράσεις: skylmingar, girðingar, girðingaefni, girðinga, Fencing