Παρακμάζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: παρακμάζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
отлив, отпадналост, намалява силата, залез
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρακμάζω
παρακμάζω συνώνυμα, παρακμάζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, παρακμάζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- παρακινώ στα βουλγαρικά - шпора, призовавам, призоваваме, призове, призова, призовават
- παρακλάδι στα βουλγαρικά - пробег, издънка, разклонение, клон, гранка
- παρακμή στα βουλγαρικά - упадък, спад, намаляване, намаление, спада
- παρακολουθώ στα βουλγαρικά - монитор, гледам, гледате, свалите, свалете, гледай
Τυχαίες λέξεις
Παρακμάζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: отлив, отпадналост, намалява силата, залез
Μεταφράσεις: отлив, отпадналост, намалява силата, залез