Παρακμάζω στα σουηδικά

Μετάφραση: παρακμάζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ruttna, förfall, röta, ebb, ebba, ebben
Παρακμάζω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρακμάζω

παρακμάζω συνώνυμα, παρακμάζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, παρακμάζω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • παρακινώ στα σουηδικά - mana, uppmana, uppmanar, manar, tvinga, ber
  • παρακλάδι στα σουηδικά - utlöpare, förgrening, avknoppning, offshoot, avläggare
  • παρακμή στα σουηδικά - förfall, röta, ruttna, nedgång, nedgången, minskning, minskningen, ...
  • παρακολουθώ στα σουηδικά - ur, vaka, betrakta, bevaka, vakt, åhöra, observera, ...
Τυχαίες λέξεις
Παρακμάζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ruttna, förfall, röta, ebb, ebba, ebben