Παρακμάζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: παρακμάζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
deterioração, decapitar, deteriorar, decair, vazante, ebb, fluxo, refluxo, maré
Παρακμάζω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρακμάζω

παρακμάζω συνώνυμα, παρακμάζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, παρακμάζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • παρακινώ στα πορτογαλικά - actuar, motivar, urgir, movimento, urbano, instar, acirrar, ...
  • παρακλάδι στα πορτογαλικά - ramificação, ramo, rebento, galho, desdobramento
  • παρακμή στα πορτογαλικά - deteriorar, decapitar, decair, deterioração, declínio, queda, diminuição, ...
  • παρακολουθώ στα πορτογαλικά - espiar, observar, relógio, desperdício, assistir, mirar, seguir, ...
Τυχαίες λέξεις
Παρακμάζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: deterioração, decapitar, deteriorar, decair, vazante, ebb, fluxo, refluxo, maré