Πινέλο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πινέλο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
храсталак, шубрак, четка, четката, четки, четка за
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πινέλο
πινέλο ξυρισματος omega, πινέλο ρουζ, πινέλο πούδρας, πινέλο ξυρίσματος ασβού, πινέλο για make up, πινέλο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πινέλο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πιλοτάρω στα βουλγαρικά - лоцман, летец, навигирате, навигация, движите, придвижвате, отидете
- πιλότος στα βουλγαρικά - лоцман, летец, пилот, пилотен, пилотния, пилотна, пилотната
- πινακοθήκη στα βουλγαρικά - галерия, Gallery, Галерия със, галерията, цялата галерия
- πινελιά στα βουλγαρικά - докосване, докосвам, допир, докоснете, докосвайте
Τυχαίες λέξεις
Πινέλο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: храсталак, шубрак, четка, четката, четки, четка за
Μεταφράσεις: храсталак, шубрак, четка, четката, четки, четка за