Πινέλο στα λιθουανικά
Μετάφραση: πινέλο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
teptukas, šepetys, teptuku, šepetėlis, šepečių
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πινέλο
πινέλο ξυρισματος omega, πινέλο ρουζ, πινέλο πούδρας, πινέλο ξυρίσματος ασβού, πινέλο για make up, πινέλο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πινέλο στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- πιλοτάρω στα λιθουανικά - pilotas, lakūnas, plaukti, naršyti, keliauti, navigate, pereiti
- πιλότος στα λιθουανικά - pilotas, lakūnas, bandomasis, bandomąjį, bandomojo, piloto
- πινακοθήκη στα λιθουανικά - balkonas, galerija, Pristatymas Galerija, nuotraukos, albumas
- πινελιά στα λιθουανικά - liesti, paliesti, palieskite, prisiliesti, nelieskite
Τυχαίες λέξεις
Πινέλο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: teptukas, šepetys, teptuku, šepetėlis, šepečių
Μεταφράσεις: teptukas, šepetys, teptuku, šepetėlis, šepečių