Πινέλο στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πινέλο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
matagais, arvoredo, escova, pincel, escova de, da escova, brush
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πινέλο
πινέλο ξυρισματος omega, πινέλο ρουζ, πινέλο πούδρας, πινέλο ξυρίσματος ασβού, πινέλο για make up, πινέλο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πινέλο στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πιλοτάρω στα πορτογαλικά - pilotar, descanso, almofada, piloto, navegar, navegue, navegação, ...
- πιλότος στα πορτογαλικά - descanso, almofada, piloto, pilotar, piloto de, pilotos
- πινακοθήκη στα πορτογαλικά - galeria, bílis, galeria de, galeria das
- πινελιά στα πορτογαλικά - vacilar, toque, tocar, toque em, tocá, toca
Τυχαίες λέξεις
Πινέλο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: matagais, arvoredo, escova, pincel, escova de, da escova, brush
Μεταφράσεις: matagais, arvoredo, escova, pincel, escova de, da escova, brush