Πινέλο στα τούρκικα
Μετάφραση: πινέλο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
fırça, fırçası, fırçalar, fýrça, bir fırça
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πινέλο
πινέλο ξυρισματος omega, πινέλο ρουζ, πινέλο πούδρας, πινέλο ξυρίσματος ασβού, πινέλο για make up, πινέλο λεξικό γλώσσας τούρκικα, πινέλο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πιλοτάρω στα τούρκικα - pilot, gezinmek, gidin, gitmek, navigasyon, dolaşmak
- πιλότος στα τούρκικα - pilot, pilotu, bir pilot, kılavuz
- πινακοθήκη στα τούρκικα - veranda, galeri, Galerisi, Gallery, Fotoğraflar
- πινελιά στα τούρκικα - temas, değme, dokunma, dokunmayın, öğesine dokunun, dokunmak
Τυχαίες λέξεις
Πινέλο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: fırça, fırçası, fırçalar, fýrça, bir fırça
Μεταφράσεις: fırça, fırçası, fırçalar, fýrça, bir fırça