Ρυθμιστής στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ρυθμιστής, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
регулировчик, регулатор, регулатор на, регулатора, регулаторен орган, регулаторен
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρυθμιστής
ρυθμιστής πίεσης βενζίνης, ρυθμιστής φόρτισης, ρυθμιστής φόρτισης 12v, ρυθμιστής τάσης, ρυθμιστής φόρτισης mppt, ρυθμιστής λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ρυθμιστής στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ρυάκι στα βουλγαρικά - течение, залив, ручей, Брук, Brook, поток, поточе
- ρυθμίζω στα βουλγαρικά - регулирате, регулирайте, коригира, настройте, настроите
- ρυθμός στα βουλγαρικά - ярд, ритъм, ритъма, ритъм на, ритъмът
- ρυμουλκώ στα βουλγαρικά - теглене, влачене, кълчища, тегли, дреб
Τυχαίες λέξεις
Ρυθμιστής στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: регулировчик, регулатор, регулатор на, регулатора, регулаторен орган, регулаторен
Μεταφράσεις: регулировчик, регулатор, регулатор на, регулатора, регулаторен орган, регулаторен