Ρυθμιστής στα ουκρανικά
Μετάφραση: ρυθμιστής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
регламент, статут, регулятор, регулювальник
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρυθμιστής
ρυθμιστής πίεσης βενζίνης, ρυθμιστής φόρτισης, ρυθμιστής φόρτισης 12v, ρυθμιστής τάσης, ρυθμιστής φόρτισης mppt, ρυθμιστής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ρυθμιστής στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ρυάκι στα ουκρανικά - затоку, бухта, випромінювати, води, затока, ріка, заливши, ...
- ρυθμίζω στα ουκρανικά - встановлювати, приладжувати, лагодити, поправляти, регулювати, регулюватиме
- ρυθμός στα ουκρανικά - простувати, прямувати, інохідь, шаг, площадка, ритм, ритму
- ρυμουλκώ στα ουκρανικά - відбуксирувати, буксирувати, буксирування, тягти, буксировка
Τυχαίες λέξεις
Ρυθμιστής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: регламент, статут, регулятор, регулювальник
Μεταφράσεις: регламент, статут, регулятор, регулювальник