Ρυθμιστής στα γερμανικά
Μετάφραση: ρυθμιστής, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
regulator, regler, Regler, Reglers, Regel
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρυθμιστής
ρυθμιστής πίεσης βενζίνης, ρυθμιστής φόρτισης, ρυθμιστής φόρτισης 12v, ρυθμιστής τάσης, ρυθμιστής φόρτισης mppt, ρυθμιστής λεξικό γλώσσας γερμανικά, ρυθμιστής στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- ρυάκι στα γερμανικά - strömung, strömen, flüsschen, wasserlauf, strom, bach, Bach, ...
- ρυθμίζω στα γερμανικά - regulieren, angepasst, anpassen, einstellen, justieren, verstellen
- ρυθμός στα γερμανικά - stufe, schritt, Rhythmus
- ρυμουλκώ στα γερμανικά - werg, schleppen, ziehen, Werg, abschleppen, Schlepptau, Abschlepp
Τυχαίες λέξεις
Ρυθμιστής στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: regulator, regler, Regler, Reglers, Regel
Μεταφράσεις: regulator, regler, Regler, Reglers, Regel