Σκοπιμότητα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: σκοπιμότητα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
приложимост, изпълнимост, осъществимост, осъществимостта, за осъществимост
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκοπιμότητα
σκοπιμότητα της ιδιωτικοποίησης, σκοπιμότητα λεξικό, σκοπιμότητα επιχειρηματικού σχεδίου, σκοπιμότητα ιδιωτικοποιήσεων, σκοπιμότητα έργου, σκοπιμότητα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σκοπιμότητα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- σκοπεύω στα βουλγαρικά - прицел, възнамерявам, възнамеряват, възнамерява, намерение, възнамерявате
- σκοπιά στα βουλγαρικά - наблюдение, перспектива, гледна точка, перспективата, гледна точка на, план
- σκοπός στα βουλγαρικά - прицел, намерение, часовой, повод, предназначение, цел, целта, ...
- σκορ στα βουλγαρικά - отметка, резултат, партитура, полувремето, на полувремето, оценка
Τυχαίες λέξεις
Σκοπιμότητα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: приложимост, изпълнимост, осъществимост, осъществимостта, за осъществимост
Μεταφράσεις: приложимост, изпълнимост, осъществимост, осъществимостта, за осъществимост