Σκοπιμότητα στα πολωνικά
Μετάφραση: σκοπιμότητα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dostosowanie, korzyść, właściwość, stosowność, oportunizm, praktyczność, wykonalność, wykonalności, prawdopodobieństwo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκοπιμότητα
σκοπιμότητα της ιδιωτικοποίησης, σκοπιμότητα λεξικό, σκοπιμότητα επιχειρηματικού σχεδίου, σκοπιμότητα ιδιωτικοποιήσεων, σκοπιμότητα έργου, σκοπιμότητα λεξικό γλώσσας πολωνικά, σκοπιμότητα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- σκοπεύω στα πολωνικά - mierzyć, przeznaczać, celować, zamierzać, kierować, dążyć, cel, ...
- σκοπιά στα πολωνικά - straż, ambona, czujność, widok, obserwator, perspektywa, perspektywiczny, ...
- σκοπός στα πολωνικά - zrządzić, przysparzać, umyślność, mierzyć, spowodowanie, zajęty, powód, ...
- σκορ στα πολωνικά - liczyć, punktacja, rachunek, kreska, ocena, partytura, zdobywać, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκοπιμότητα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: dostosowanie, korzyść, właściwość, stosowność, oportunizm, praktyczność, wykonalność, wykonalności, prawdopodobieństwo
Μεταφράσεις: dostosowanie, korzyść, właściwość, stosowność, oportunizm, praktyczność, wykonalność, wykonalności, prawdopodobieństwo