Σκοπιμότητα στα γερμανικά
Μετάφραση: σκοπιμότητα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zweckmäßigkeit, ratsamkeit, Durchführbarkeit, Realisierbarkeit, Möglichkeit, Machbarkeits, Machbarkeit
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκοπιμότητα
σκοπιμότητα της ιδιωτικοποίησης, σκοπιμότητα λεξικό, σκοπιμότητα επιχειρηματικού σχεδίου, σκοπιμότητα ιδιωτικοποιήσεων, σκοπιμότητα έργου, σκοπιμότητα λεξικό γλώσσας γερμανικά, σκοπιμότητα στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- σκοπεύω στα γερμανικά - absicht, streben, bedeuten, bestimmung, ziel, vorhaben, beabsichtigen, ...
- σκοπιά στα γερμανικά - aussicht, ausblick, aussehen, ausguck, wache, Perspektive, perspektivische, ...
- σκοπός στα γερμανικά - ziel, absicht, rechtsstreit, sache, beschäftigt, schildwach, bestimmtheit, ...
- σκορ στα γερμανικά - klassifizieren, punktzahl, kratzspur, kerbe, note, rille, striemen, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκοπιμότητα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: zweckmäßigkeit, ratsamkeit, Durchführbarkeit, Realisierbarkeit, Möglichkeit, Machbarkeits, Machbarkeit
Μεταφράσεις: zweckmäßigkeit, ratsamkeit, Durchführbarkeit, Realisierbarkeit, Möglichkeit, Machbarkeits, Machbarkeit