Συμπόνια στα βουλγαρικά
Μετάφραση: συμπόνια, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
съчувствие, състрадание, състраданието, смили, милост
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμπόνια
συμπόνια κανενός, συμπόνια συνώνυμο, συμπόνια συνώνυμα, συμπόνια και την κοινωνική συμβίωση, συμπόνια ή συμπόνια, συμπόνια λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, συμπόνια στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- συμπυκνωμένος στα βουλγαρικά - концентриран, концентрира, се концентрира, концентрирана, концентрират
- συμπυκνώνω στα βουλγαρικά - концентрат, изпарявам се, изпарявам, свеждам се, свеждат, се свеждат
- συμπόσιο στα βουλγαρικά - пир, банкет, симпозиум, симпозиума, Symposium, симпозиум на
- συμπύκνωση στα βουλγαρικά - сгушения, кондензация, конденз, кондензацията, кондензационна, кондензационен
Τυχαίες λέξεις
Συμπόνια στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: съчувствие, състрадание, състраданието, смили, милост
Μεταφράσεις: съчувствие, състрадание, състраданието, смили, милост