Συμπόνια στα ουγγρικά
Μετάφραση: συμπόνια, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
könyörület, szánalom, együttérzés, az együttérzés, együttérzést, részvét
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμπόνια
συμπόνια κανενός, συμπόνια συνώνυμο, συμπόνια συνώνυμα, συμπόνια και την κοινωνική συμβίωση, συμπόνια ή συμπόνια, συμπόνια λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συμπόνια στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- συμπυκνωμένος στα ουγγρικά - púdertartó, egyezség, összpontosított, sűrített, koncentrált, koncentráljuk, koncentrálódik
- συμπυκνώνω στα ουγγρικά - sűrít, szűkülnek le, forraljuk le, lyukadnak ki
- συμπόσιο στα ουγγρικά - ünnep, díszvacsora, bankett, ünnepség, szimpózium, Symposium, szimpóziumot, ...
- συμπύκνωση στα ουγγρικά - cseppfolyósítás, kondenzáció, kondenzálás, kondenzációs, páralecsapódás, lecsapódás, kondenzvíz
Τυχαίες λέξεις
Συμπόνια στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: könyörület, szánalom, együttérzés, az együttérzés, együttérzést, részvét
Μεταφράσεις: könyörület, szánalom, együttérzés, az együttérzés, együttérzést, részvét