Συμπόνια στα λιθουανικά
Μετάφραση: συμπόνια, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gailestis, užuojauta, užuojautos, gailestingumas, atjauta, atjautos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμπόνια
συμπόνια κανενός, συμπόνια συνώνυμο, συμπόνια συνώνυμα, συμπόνια και την κοινωνική συμβίωση, συμπόνια ή συμπόνια, συμπόνια λεξικό γλώσσας λιθουανικά, συμπόνια στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- συμπυκνωμένος στα λιθουανικά - sukoncentruotas, koncentruotos, koncentruota, koncentruotas, sutelkta
- συμπυκνώνω στα λιθουανικά - išgarinti, sutirštinti, skliautais, slypi, Suglaudina
- συμπόσιο στα λιθουανικά - šventė, banketas, simpoziumas, simpoziumą, simpoziume, simpoziumo
- συμπύκνωση στα λιθουανικά - kondensacija, kondensacijos, kondensato, kondensatas, kondensavosi
Τυχαίες λέξεις
Συμπόνια στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: gailestis, užuojauta, užuojautos, gailestingumas, atjauta, atjautos
Μεταφράσεις: gailestis, užuojauta, užuojautos, gailestingumas, atjauta, atjautos