Συνάγω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: συνάγω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
заключим, извод, извлече, се заключи
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνάγω
συνάγω ετυμολογία, συνάδω ορισμός, συνάγω συμπέρασμα, συνάγω συνώνυμα, συνάγω συνάγω, συνάγω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, συνάγω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- συμψηφισμός στα βουλγαρικά - обезщетение, прихващане, компенсиране, прихващането, компенсиране на, приспадане
- συν στα βουλγαρικά - събиране, плюс, както, както и, заедно
- συνάδελφος στα βουλγαρικά - гадже, колега, колегата, колежка, колеги
- συνάλλαγμα στα βουλγαρικά - валута, обмен, на валути, на валута, валутен
Τυχαίες λέξεις
Συνάγω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: заключим, извод, извлече, се заключи
Μεταφράσεις: заключим, извод, извлече, се заключи