Συνώνυμος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: συνώνυμος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
синонимен, синоним, синоним на, синоними, в синоним
Συνώνυμος στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνώνυμος

συνώνυμος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, συνώνυμος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • συνωστισμός στα βουλγαρικά - струпване, изтласкване, струпването, сгъстявания, изместване
  • συνύπαρξη στα βουλγαρικά - съжителство, съвместно съществуване, съвместното съществуване, на съвместното съществуване, съжителството
  • συρρέω στα βουλγαρικά - стадо, ято, стадото, овцете
  • συρρικνώνομαι στα βουλγαρικά - психиатър, осанка, смален, свит, съсухрено, спаружили, се спаружили
Τυχαίες λέξεις
Συνώνυμος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: синонимен, синоним, синоним на, синоними, в синоним