Συνώνυμος στα λιθουανικά

Μετάφραση: συνώνυμος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sinoniminis, sinonimas, sinonimu, sinonimai, sinonimiškas
Συνώνυμος στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνώνυμος

συνώνυμος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, συνώνυμος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • συνωστισμός στα λιθουανικά - nugalėti, susitelkia, išstūmimo, susigrūdimas, užgriuvimo
  • συνύπαρξη στα λιθουανικά - sambūvis, sambūvio, koegzistavimas, sambūvį, bendras egzistavimas
  • συρρέω στα λιθουανικά - banda, pulkas, kaimenė, pulko, kaimene
  • συρρικνώνομαι στα λιθουανικά - sumažinti, psichiatras, sudžiūvę, Sarāvies, Skurczony
Τυχαίες λέξεις
Συνώνυμος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: sinoniminis, sinonimas, sinonimu, sinonimai, sinonimiškas