Συνώνυμος στα τούρκικα

Μετάφραση: συνώνυμος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
eşanlamlı, eş anlamlı, eş anlamlıdır, eşanlamlıdır, ayn
Συνώνυμος στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνώνυμος

συνώνυμος λεξικό γλώσσας τούρκικα, συνώνυμος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • συνωστισμός στα τούρκικα - marmelat, ezmek, reçel, kalabalık, kalabalıklaşma, dışlama, boğmakta, ...
  • συνύπαρξη στα τούρκικα - bir arada yaşama, birlikteliği, arada yaşama, arada bulunma, bir arada bulunma
  • συρρέω στα τούρκικα - sürü, grup, akın, flok, sürüsü, flock
  • συρρικνώνομαι στα τούρκικα - azaltmak, eksiltmek, çekmiş, büzülmüş, büzüşmüş, çökmüş, küçülmüş
Τυχαίες λέξεις
Συνώνυμος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: eşanlamlı, eş anlamlı, eş anlamlıdır, eşanlamlıdır, ayn