Συνώνυμος στα ουκρανικά
Μετάφραση: συνώνυμος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
синонімічний, синонімічні
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνώνυμος
συνώνυμος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συνώνυμος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- συνωστισμός στα ουκρανικά - давка, жалюзі, розчавити, роздавити, чавити, давити, тиснява
- συνύπαρξη στα ουκρανικά - співіснування
- συρρέω στα ουκρανικά - пучок, товкотнеча, штовханина, пушинка, юрма, юрба, череду, ...
- συρρικνώνομαι στα ουκρανικά - скорочуватися, зменшуватись, принижувати, ослабляти, зменштеся, меншати, ухилятися, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνώνυμος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: синонімічний, синонімічні
Μεταφράσεις: синонімічний, синонімічні