Αυθόρμητος στα γαλλικά
Μετάφραση: αυθόρμητος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
volontaire, spontané, spontanément, spontanée, sans aide, non sollicité, sans suggestion
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυθόρμητος
αυθόρμητος στα αγγλικά, αυθόρμητος υλισμός, αυθόρμητος λόγος, αυθόρμητος english, αυθόρμητος συνώνυμο, αυθόρμητος λεξικό γλώσσας γαλλικά, αυθόρμητος στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- αυθεντικός στα γαλλικά - véritable, réel, sincère, crédible, sérieux, fin, authentique, ...
- αυθορμητισμός στα γαλλικά - vivacité, véhémence, impétuosité, promptitude, violence, emportement, spontanéité, ...
- αυλάκι στα γαλλικά - coutume, pli, coulisser, sillonner, sillon, ornière, rainure, ...
- αυλή στα γαλλικά - tribunal, court, chambre, magasin, briguez, mille, jardin, ...
Τυχαίες λέξεις
Αυθόρμητος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: volontaire, spontané, spontanément, spontanée, sans aide, non sollicité, sans suggestion
Μεταφράσεις: volontaire, spontané, spontanément, spontanée, sans aide, non sollicité, sans suggestion