Αυθόρμητος στα ισλανδικά

Μετάφραση: αυθόρμητος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
óbeðin
Αυθόρμητος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυθόρμητος

αυθόρμητος στα αγγλικά, αυθόρμητος υλισμός, αυθόρμητος λόγος, αυθόρμητος english, αυθόρμητος συνώνυμο, αυθόρμητος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αυθόρμητος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αυθεντικός στα ισλανδικά - ekta, jafngildir, ósvikin, fullgiltur, áreiðanlegur
  • αυθορμητισμός στα ισλανδικά - sjálfvirkni
  • αυλάκι στα ισλανδικά - Furrow
  • αυλή στα ισλανδικά - port, dómstóll, hirð, garði, Courtyard, garð, bakgarði
Τυχαίες λέξεις
Αυθόρμητος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: óbeðin