Αυθόρμητος στα γερμανικά

Μετάφραση: αυθόρμητος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
spontan, unaufgefordert, ungestützte, ungestützt, unprompted
Αυθόρμητος στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυθόρμητος

αυθόρμητος στα αγγλικά, αυθόρμητος υλισμός, αυθόρμητος λόγος, αυθόρμητος english, αυθόρμητος συνώνυμο, αυθόρμητος λεξικό γλώσσας γερμανικά, αυθόρμητος στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • αυθεντικός στα γερμανικά - authentisch, verbürgt, wirklich, echt, authentische, authentischen, verbindlich
  • αυθορμητισμός στα γερμανικά - ungestüm, heftigkeit, unvorsichtigkeit, Spontaneität, Spontanität, spontan, die Spontaneität
  • αυλάκι στα γερμανικά - routine, rillennute, wagenspur, furche, nut, runzel, rille, ...
  • αυλή στα γερμανικά - yard, gericht, spielplatz, rah, gerichtshof, huldigung, werft, ...
Τυχαίες λέξεις
Αυθόρμητος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: spontan, unaufgefordert, ungestützte, ungestützt, unprompted