Αυθόρμητος στα λιθουανικά

Μετάφραση: αυθόρμητος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Spontaniškai, Įtaiga, Ne Įtaiga, Negali pasiūlyti
Αυθόρμητος στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυθόρμητος

αυθόρμητος στα αγγλικά, αυθόρμητος υλισμός, αυθόρμητος λόγος, αυθόρμητος english, αυθόρμητος συνώνυμο, αυθόρμητος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αυθόρμητος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • αυθεντικός στα λιθουανικά - tikras, autentiškas, autentiški, yra autentiški, yra autentiškas, autentišką
  • αυθορμητισμός στα λιθουανικά - spontaniškumas, spontaniškumą, spontaniškumo, spontaniškus
  • αυλάκι στα λιθουανικά - raukšlė, vaga, vagos, išvagoti, griovelis, gili raukšlė
  • αυλή στα λιθουανικά - jardas, teismas, kiemas, Courtyard, kieme, kiemo, kiemelis
Τυχαίες λέξεις
Αυθόρμητος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: Spontaniškai, Įtaiga, Ne Įtaiga, Negali pasiūlyti